-
1 зависть
-
2 зависть
-и θ.ζήλια• φθόνος, ζηλοφθονία, ζηλοτυπία•она от -и кусала себе губы αυτή από ‘τη ζήλια δάγκωνε τα χείλη της•
на -и έτσι που να ζηλεύουν, για ζήλια.
-
3 завистливость
-и θ.ζήλια• φθόνος. -
4 ревность
-и θ.1. ζήλια, ζηλοτυπία.2. ζήλος, ζέση, θέρμη (μεγάλη ψυχική διάθεση).3. φθόνος, ζηλοφθονία.
См. также в других словарях:
φθόνος — φθόνος, ο και φτόνος, ο το να αισθάνεται κανείς λύπη για την ευτυχία του άλλου, ζηλοφθονία, ζηλοτυπία, ζήλια, κακεντρέχεια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ζήλια — η 1. επιθυμία να αποκτήσει κάποιος ό,τι έχει ο άλλος. 2. φθόνος: Έσκασε από τη ζήλια του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ζηλοτυπία — η 1. φθόνος για ξένα αγαθά, ζήλια: Προκαλεί τη ζηλοτυπία όλων με τις επιτυχίες του. 2. ανησυχία για την πίστη του ή της συζύγου ή του εραστή: Βασανίζεται από ζήλια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ζήλεια — και ζούλεια και ζουλεία και ζηλειά (Μ ζήλεια και ζηλεία και ζηλειά) 1. ο φθόνος, το να ζηλεύει κάποιος άλλον ή άλλους, να επιθυμεί τα υπάρχοντα τού άλλου και να τόν φθονεί γι αυτά 2. (για συζύγους ή εραστές) η ζηλοτυπία, η καχυποψία για την… … Dictionary of Greek
μοχθηρία — η χαιρεκακία, κακία, φθόνος, ζήλια, κακεντρέχεια: Μερικοί συνάδελφοι με κοιτάζουν με μοχθηρία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)